18 Ιουλίου
Πότε γεννήθηκε και ήκμασε ο άγιος αυτός δυστυχώς δεν γνωρίζουμε. Αυτό που γνωρίζουμε είναι πώς γεννήθηκε στη Βασιλίδα των πόλεων, την πρωτεύουσα «της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης» Βυζαντινής μας Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη. Οι γονείς του ήσαν άνθρωποι πολύ ευσεβείς κι ενάρετοι, μα και πολύ πλούσιοι κι είχαν τιμηθεί από τους τότε άρχοντες και βασιλείς με πολλές τιμές και αξιώματα. Παρά την ξεχωριστή όμως τούτη προβολή τους, οι άνθρωποι αυτοί έμειναν μέχρι τέλους πιστοί και ταπεινοί.
Από τέτοιους γονείς, όπως ήταν φυσικό, πήρε ο Ονησίφορος από αυτή τη βρεφική ηλικία την ανάλογο χριστιανική μόρφωση κι ανατροφή. Άφθονο κάθε μέρα του προσφερόταν το άδολο γάλα της πίστεως. Από άγια ρίζα, άγιος και ο καρπός. Αυτό μαρτυρεί ολόκληρη η ζωή του αγίου. Μεγάλη δύναμη αλήθεια έπαιζε σ’ αυτό και το παράδειγμα των γονιών. Αυτό γίνεται συχνά.
Κι όμως ο Ονησίφορος δεν ξιππάζεται, δεν υπερηφανεύεται. Δεν αλλάζει τρόπους ζωής. Με βαθιά συναίσθηση της θέσεως του φροντίζει απ’ την πρώτη στιγμή πώς να αυξήσει με κατάλληλα καράβια τον στόλο της Αυτοκρατορίας. Πολλοί είναι οι εχθροί που επιβουλεύονται τη δύναμη της. Κι άλλοι τόσοι εκείνοι που φθονούν τη δόξα και το μεγαλείο της. Τα βλέπει αυτά ο συνετός νέος και σπεύδει να ετοιμασθεί. Δεν πρόφτασε όμως. Κάποιο πρωινό τα εχθρικά καράβια πλέουν προς την Πόλη. Κι ο Ονησίφορος, μολονότι ανέτοιμος, κινείται να τα ανακόψει. Στη ναυμαχία που έγινε, «κρίμασιν οις οίδε Κύριος», τα ελληνικά εκείνα καράβια, που έπλευσαν να αντιμετωπίσουν τον εχθρό διελύθησαν. Μόνο η ναυαρχίδα διασώθηκε, στην οποία βρισκόταν κι ο Άγιος. Η ήττα αυτή συνεκλόνισε τον φιλότιμο νέο, που συντετριμμένος εγκαταλείπει τη σταδιοδρομία του και με δέκα άλλους συντρόφους έρχεται στην Κύπρο και βγαίνει εκεί στην Πάφο.
«Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα», λέγει κι επαναλαμβάνει μοναχός του. «Ου παραμένει ο πλούτος, ου συνοδεύει η δόξα», προσθέτουν οι άλλοι κι αποφασίζουν να διασκορπισθούν και να ζήσουν την αγγελική ζωή, τη μοναχική. Το περιστατικό, που τους συνέβη, το θεωρούν σαν επέμβαση Θεού και σαν υπόδειξη πώς για κάπου άλλου τους προορίζει. Γι’ αυτό δεν απογοητεύονται. Δεν ελεεινολογούν την τύχη τους, όπως συνήθως κάμνουν οι άνθρωποι του κόσμου τούτου. Φωτισμένοι από το Πνεύμα του Θεού το οποίο συνιστά να ευχαριστούμε τον Κύριο, όχι μόνο για τα ευχάριστα, αλλά και για εκείνα που φαινομενικά φαίνονται δυσάρεστα, δοξολογούν τον Θεό, και μετά από θερμή προσευχή χωρίζονται και προχωρεί ο καθένας και σ’ ένα μέρος.
Ο φιλόθεος νέος, ο Ονησίφορος, αφού περιόδευσε διάφορους τόπους, ήλθε προς τα μέρη του χωριού Αναρίτα. Η ησυχία, το άφθονο πράσινο του όμορφου εκείνου τοπίου του ικανοποιούν την ψυχή και του φλογίζουν την καρδιά. Τα λόγια του Κυρίου «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» κυκλοφορούν συνέχεια στο μυαλό του και του θεριεύουν την ιερή απόφαση. Την απόφαση να ζήσει πια με οδηγό το θέλημα του Χριστού.Για την πραγμάτωση του ιερού αυτού πόθου χωρίς κανένα δισταγμό ο καλομαθημένος νέος δεν διστάζει να ανταλλάξει την καλοπέραση του πατρικού σπιτιού, μα και της αυτοκρατορικής αυλής τις σχέσεις και τα μεγαλεία με τη ζωή του ασκητού. Μια σπηλιά έξω από το χωριό γίνεται τώρα ο τόπος διαμονής και το ασκητήριό του. Ελεύθερος από κάθε γήινη φροντίδα, μια φροντίδα έχει’ πώς να αρέσει στον Θεό και να επιτύχει τον ιερό οραματισμό του. Με αδιάλειπτη προσευχή και νηστεία, αλλά και με κάθε αρετή, σαν προσεκτικός γεωργός, φροντίζει καθημερινά και με σκληρό αγώνα προσπαθεί να ξερριζώνει από της ψυχής του το χωράφι τα διάφορα αγκάθια των παθών. Οι πειρασμοί που δοκιμάζει μέσα σ’ εκείνη τη στενή και υγρή σπηλιά είναι αφάνταστα πολλοί. ο πιστός όμως και ανύστακτος ασκητής με τη δύναμη της προσευχής τους ανατρέπει όλους και κατορθώνει σε κάθε περίσταση να ξεπληρώνει την προφητική φωνή, που λέγει: «Νεώσατε εαυτοίς, νεώματα και μη σπείρητε εν ακάνθαις». Δηλαδή βγάλτε από το χωράφι της ψυχής σας τα αγκάθια και κάνετε το καινούργιο. Ξεχερσώστέ το, ώστε να γίνει κατάλληλο για τη νέα καρποφορία. Προσοχή. Μη σπέρνετε ποτέ σε χωράφι που είναι γεμάτο αγκάθια (Ιερεμ. δ’, 3).
Με την απλότητα του χαρακτήρα του, με την πραότητα στη συμπεριφορά του και με τη βασίλισσα των αρετών, την ταπεινοφροσύνη, που φροντίζει να έχει στην καρδιά του σαν θεμέλιο της ζωής του, κατορθώνει να βγαίνει πάντα νικητής στους πνευματικούς αγώνες του.
Και η παρρησία του οσίου Ονησιφόρου μπροστά στον Θεό μεγαλώ νει μέρα με τη μέρα. Τα δάκρυα, τα οποία η συντετριμμένη εκείνη ψυχή χύνει και βρέχει τη στρωμνή της κάθε μέρα, γίνονται γι’ αυτήν πηγή ευλογιών. Πλείστα όσα θαύματα προσφέρει ζωντανός ακόμη σε πονεμένους κι αναξιοπαθούντας. Γιατί, όπως «ου δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη», έτσι και του αγίου μας η ζωή πολύ γρήγορα είχε γίνει αντιληπτή από όσους κατοικούσαν στα γύρω χωριά. Και το αποτέλεσμα; Καθημερινά πλήθη πιστών έτρεχαν στη σπηλιά του και σαν διψασμένα ελάφια του ζητούσαν λόγια Θεού. Κι αυτός με την πνευματική πείρα που διέθετε, τους δίδασκε και τους παρηγορούσε. Τους δίδασκε, πάντα με ταπεινοφροσύνη και αγάπη πατρική «τα καλά και ωφέλιμα τοις ανθρώ ποις» (Τίτ. γ’, 8).
Όλη αυτή η εργασία του θεοφόρου ασκητή δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια ευλαβική προσφορά για τη δόξα του Θεού. Κανένας δεν μπορούσε να του προσάψει οποιανδήποτε μομφή, πώς ζητούσε «την ιδίαν δόξαν» (Ιωάν. ζ’, 18). Για τούτο κι «ο ερευνών νεφρούς και καρδίας» (Α ποκ. 6′, 29) τον ετίμησε με θεία δόξα. Τον ετίμησε με ιδιαίτερες δωρεές και χαρίσματα. Του έδωσε πλούσια το χάρισμα της θεραπείας. Πολλά θαύματα και ιατρείες επενεργούσε καθημερινά. Θεραπείες δαιμονισμένων, λεπρών, καρκινοπαθών, παθήσεων ματιών κι ένα σωρό άλλων ασθενειών. Σε μια περίοδο τρομερής ανομβρίας με τη θερμή προσευχή του σαν τον Προφήτη Ηλία άνοιξε τους καταρράκτες του ουρανού και κατέβασε βροχές ευεργετικές, που δρόσισαν όχι μονάχα ανθρώπους και ζώα, αλλά και πότισαν τη διψασμένη γη. Στο πρόσωπο του έβρισκαν οι δυστυχισμένοι την παρρησία, οι άρρωστοι τη θεραπεία κι οι πονεμένοι την παρηγοριά. Αυτά όσο καιρό ζούσε. Μα κι όταν σε βαθιά γηρατειά παρέδωκε την αγία ψυχή του στον Κύριο, και πάλι η αγάπη του Θεού του χάρισε «δόξαν και τιμήν και αφθαρσίαν». θριαμβευτής μπήκε ο φλογερός ασκητής «εις την δόξαν του Θεού» (Β’ Κορινθ. δ’, 15). Κι απ’ εκεί συνεχίζει τα ευεργετικά θαύματα του σε όλους εκείνους που με συντριβή ψυχής και ειλικρινή μετάνοια εκζητούν τη μεσιτεία του.
Δυστυχώς το σπήλαιο του αγίου είναι ακαθόριστο σήμερα. ο χρόνος το έχει εξαφανίσει και ο χώρος έχει καταχωσθεί. Έξω όμως από το χωριό και στο Ν.Α. άκρον του κοιμητηρίου υπήρχε ένα εκκλησάκι, που έκτισε ο ίδιος ο Άγιος με τα χέρια του. Η μικρή αυτή Βυζαντινή εκκλησούλα ήταν μονόκλιτος και με στέγη καμαρωτή, στενόμακρη 10.80μ. επί 3.60μ. Δυστυχώς πριν λίγα χρόνια κατέρρευσε από σεισμό. κτίστηκε όμως άλλη εκκλησία δίπλα από το χώρο που βρισκόταν η παλιά και λειτουργείται δύο φορές τον χρόνο (28 Ιουλίου και Δευτέρα της Λαμπρής).
Οι περιπέτειες του μαρτυρικού νησιού μας έγιναν αιτία πολλοί πνευματικοί θησαυροί μας να χαθούν. Αυτό έγινε και με το θαυματουργό λείψανο του Αγίου. Για πολλά χρόνια βρισκόταν στο χωριό και φυλασσόταν σε μια λάρνακα. Από καιρό όμως χάθηκε και κανένας δεν ξέρει τίποτε γι’ αυτό.
Νοερά οι προσκυνητές, που επισκέπτονται την Αναρίτα γονατίζουν εκεί στην εκκλησία κι επικαλούνται τη μεσιτεία και τη βοήθεια του.
Τη μεσιτεία του ας εκζητούμε κι εμείς.
Απολυτίκιον
Ήχος πλ. α΄. Τον συνάναρχον Λόγον
Τον νοήσαντα κόσμου την ματαιότητα, και αρνησάμενον τάχος, τα εν τω βίω τερπνά, θεαυγή Ονησιφόρον ευφημήσωμεν, κράζοντες∙ Πνεύματος πυρσέ, Αναρίτης φρυκτωρέ, και Κύπρου απάσης φέγγος, ημών ματαίων φροντίδων, ζόφον διάλυσον πρεσβείαις σου.
Δείτε την ακολουθία του αγίου Ονησιφόρου
Δείτε επίσης